Σττη σελίδα αυτή φιλοξενούμε αρθρογραφία ενός σπουδαίου ανθρώπου και εξαίρετου επιστήμονα των Δημοσίων Σχέσεων στην Ελλάδα , του Γιάννη Λαβέτζη . Ο άνθρωπος με τις περισσότερες προεδρικές θητείες στην Ελληνική Εταιρεία Δημοσίων Σχέσεων .

————————————————————————————————————————————————-

  • Ι. Μ. Λαβέτζης
    Δημοσιογράφος – Σύμβουλος Επικοινωνίας 

Με περισσότερη από 45 χρόνια εμπειρία στους χώρους της δημοσιογραφίας (εφημερίδες και περιοδικά όπως ΤΟ ΒΗΜΑ, Ο ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ, Ο ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ, Ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ κ.ά., εκδότης-διευθυντής του περιοδικού ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ κ.ά.), της Ολοκληρωμένης Επικοινωνίας, της Πολιτικής Επικοινωνίας, των Δημοσίων Σχέσεων και των Δημοσίων Υποθέσεων (κατάρτιση και εφαρμογή προγραμμάτων στρατηγικής επικοινωνίας), ο Ι. Μ. Λαβέτζης είναι από τα πιο γνωστά πρόσωπα στο χώρο της επικοινωνίας.

  • Πρόεδρος για 12 χρόνια και αντιπρόεδρος για άλλα 14 χρόνια της Ελληνικής Εταιρείας Δημοσίων Σχέσεων, μέλος της Ένωσης Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων  και της Ένωσης Ανταποκριτών Ξένου Τύπου, πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου Επικοινωνίας (τμήμα Ελλάδας) και μέλος επίσης για 20 χρόνια του Δ.Σ. της Ευρωπαϊκής Συνομοσπονδίας Δημοσίων Σχέσεων (CERP). Ανταποκριτής (για την Ελλάδα) του European News Agency (ENA) και του International Press  Agency (IPA). Επί 41 χρόνια (1963 – 2004) Γενικός Διευθυντής της εταιρείας “ΑΝΤΕΝΝΑ Σύμβουλοι Επικοινωνίας ΕΠΕ”. Καθηγητής Επικοινωνίας και Δημοσίων Σχέσεων σε σχολές και σεμινάρια οργανισμών και επιχειρήσεων  (ΕΛΚΕΠΑ, ΕΕΔΕ, ΕΕΔΣ, ΕΟΤ, ΙΒΜ,  Αστυνομική Ακαδημία, Σχολή Αξιωματικών Πυροσβεστικού Σώματος κ.ά.).
  •  Έχει διατελέσει διευθυντής Τύπου και Δημοσίων Σχέσεων του Υπουργείου Προεδρίας επί έντεκα χρόνια και συντονιστής για έξι χρόνια της Εθνικής Συντονιστικής Επιτροπής Προβολής Εθνικών Θεμάτων των Υπουργείων Προεδρίας και Εξωτερικών για το συντονισμό προβολής των εθνικών θεμάτων. Σχεδίασε και συντόνισε ως διευθυντής σύνταξης την έκδοση του Υπουργείου Προεδρίας «ΟΔΗΓΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ». Εκπόνησε τη μελέτη σκοπιμότητας για την ίδρυση του εκδοτικού οίκου ΜΕΤΟΠΗ ΕΠΕ, θυγατρικής εταιρείας του “Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη» και παρέμεινε διευθυντής της επί τέσσερα χρόνια.
  •  Έχει χειριστεί, με την ιδιότητά του ως Γενικού Διευθυντή της ΑΝΤΕΝΝΑ, Προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ενημέρωση της Κοινής Γνώμης,  όπως “Η Ευρώπη Κατά του Καρκίνου” (1988-2000), το τριετές “Πρόγραμμα Ενημέρωσης για το (νέο νόμισμα) Ευρώ” (σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και την Τράπεζα της Ελλάδος), αλλά και δεκάδες λογαριασμούς διαφόρων επιχειρήσεων και οργανισμών σε θέματα στρατηγικής επικοινωνίας, διαχείρισης επικοινωνιακής κρίσεως, δημοσιότητας και ανάπτυξης των σχέσεων με τα Μέσα μαζικής επικοινωνίας, καθώς και σε άλλους τομείς της επικοινωνίας, των δημοσίων σχέσεων και των δημοσίων υποθέσεων.
    Διευθύνση κατοικίας
    Κολοκοτρώνη 99, 166 73 Βούλα Αττικής, τηλ. 210 899 4441, φαξ: 210 899 4699,   e-mail: ant1iml@otenet.gr

———————————————————————————————————————————————-

Ο Πρόλογος του Γιάννη Λαβέτζη , στο βιβλίο του Γιώργου Παπατριανταφύλλου , Προγράμματα Δημοσίων Σχέσεων :

Ο χώρος της Επικοινωνίας χαρακτηρίζεται από μια πλούσια βιβλιογραφία, η οποία υπερβαίνει κατά πολύ τις 300.000 έργα, καλύπτοντας όλες τις λειτουργίες της. Βέβαια, η βιβλιογραφία των Δημοσίων Σχέσεων, μια από τις νέες λειτουργίες της επικοινωνίας, είναι φυσικό να αριθμεί πολύ λιγότερα έργα (περίπου 18.000). Η αντίστοιχη ελληνική βιβλιογραφία, όπως είναι επόμενο, περιορίζεται σε πολύ μικρότερο όγκο για τον οποίο δε διαθέτω συγκεκριμένα στοιχεία.

Ανάμεσα σ’ αυτά, και ειδικότερα από όσα έχω μελετήσει, το βιβλίο που κρατάτε στα χέρια σας το θεωρώ ένα από τα πιο πλούσια –πέρα από τα αυστηρά θέματα Δημοσίων Σχέσεων– σε υποστηρικτικά κείμενα τα οποία συνδέονται τόσο με την πρώτη ακαδημαϊκή γνωριμία των Δημοσίων Σχέσεων όσο και με την επαγγελματική άσκησή τους.

Ο συγγραφέας του παρόντος βιβλίου –καταξιωμένος επαγγελματίας της Επικοινωνίας και των Δημοσίων Σχέσεων με ακαδημαϊκή εμπειρία ως εισηγητής (σε σεμινάρια στα οποία δίδασκε και εξακολουθεί να διδάσκει θέματα Επικοινωνίας και Δημοσίων Σχέσεων) και επαγγελματική συνείδηση– προσεγγίζει τη συγγραφή του παρόντος έργου του πολυθεματικά, καλύπτοντας έτσι μεγαλύτερη γκάμα των θεμάτων Δημοσίων Σχέσεων, διευρύνοντας ταυτόχρονα το αναγνωστικό του κοινό.

Οι Δημόσιες Σχέσεις είναι ένα από τα νεότερα επαγγέλματα της Επικοινωνίας, και, καθώς αναπτύσσονται και μορφοποιούνται επαγγελματικά, είναι φυσικό η βιβλιογραφία τους να εμπλουτίζεται με όλο και περισσότερα νέα στοιχεία, αλλά και νέους τομείς δραστηριοποίησης, για τους οποίους η ενημέρωση είναι απαραίτητη. Όμως το επάγγελμα των Δημοσίων Σχέσεων εξακολουθεί και σήμερα να παρουσιάζει προβλήματα, στην Ελλάδα και διεθνώς, τα οποία πρέπει, και επιβάλλεται, να αντιμετωπιστούν.

Κάτι τέτοιο βέβαια συμβαίνει σ’ όλα τα επαγγέλματα είτε κατά την έναρξη της εφαρμογής τους είτε κατά τη διάρκεια της άσκησής τους είτε κατά το πέρασμά τους από μεταβατικές περιόδους. Άλλα απ’ αυτά είναι προβλήματα υποδομής, άλλα νομοθετικών ρυθμίσεων, άλλα εκπαίδευσης, άλλα επαγγελματικής οργάνωσης και άλλα προβλήματα τα οποία παρουσιάζονται κατά την άσκηση του επαγγέλματος. Εξαίρεση φυσικά δεν μπορούσε να αποτελέσει και το επάγγελμα των Δημοσίων Σχέσεων. Όμως, το επάγγελμα των Δημοσίων Σχέσεων έχει πράγματι ένα αρνητικό δομικό στοιχείο κατά την άσκησή του ως λειτουργία του μάνατζμεντ, ιδιαίτερα στις επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα. Ποιο είναι αυτό το αρνητικό δομικό στοιχείο; Το γεγονός ότι μπορεί να είσαι σε μια επιχείρηση σήμερα Διευθυντής Δημοσίων Σχέσεων και αύριο να είσαι Διευθυντής Μάρκετινγκ ή Πωλήσεων ή Διεθνών Σχέσεων. Πιο κάτω παραθέτω τα κυριότερα, κατά την άποψή μου, προβλήματα του επαγγέλματος των Δημοσίων Σχέσεων:

     Η μη νομοθετική αναγνώριση του επαγγέλματος από το Κράτος.

     Ο μη διαχωρισμός από τις περισσότερες κρατικές υπηρεσίες και οργανισμούς των υπηρεσιών Δημοσίων Σχέσεων από τα Γραφεία Τύπου.

     Η μη αναγνωρισμένη θεωρητική (πανεπιστημιακή) εκπαίδευση των Δημοσίων Σχέσεων παρά τα βήματα που έχουν γίνει προς αυτή την κατεύθυνση.

     Η απουσία σοβαρής εργαστηριακής εφαρμογής προγραμμάτων Δημοσίων Σχέσεων και Στρατηγικής και η πρακτική άσκηση για την πρόσκτηση εμπειρίας.

     Η μη συστηματική εφαρμογή προγράμματος Δημοσίων Σχέσεων για τις Δημόσιες Σχέσεις.

     Η άγνοια από την πλειονότητα του γενικού κοινού και η λανθασμένη εικόνα από ένα ποσοστό (το οποίο προσεγγίζει το 30%) των διευθυντικών στελεχών των οργανισμών για το τι είναι στην πραγματικότητα οι Δημόσιες Σχέσεις και τι πρέπει να περιμένει κάποιος απ’ αυτές.

     Η έλλειψη επαγγελματικής οργάνωσης των φορέων των Δημοσίων Σχέσεων με εξαίρεση τους φορείς των εταιρειών παροχής υπηρεσιών Δημοσίων Σχέσεων, που όμως πιστεύω, πως ορισμένοι απ’ αυτούς έχουν πάρει λάθος κατεύθυνση.

     Η μη εφαρμογή στην πράξη των κανόνων του «Κώδικα των Αθηνών» και του «Ευρωπαϊκού Κώδικα Επαγγελματικής Συμπεριφοράς» κατά την άσκηση του επαγγέλματος των Δημοσίων Σχέσεων (για τις κακές εφαρμογές και τις απαράδεκτες παρεκτροπές).

Αυτά πιστεύω πως είναι τα κυριότερα από τα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η άσκηση του επαγγέλματος των Δημοσίων Σχέσεων, χωρίς να σημαίνει πως δεν υπάρχουν και άλλα, αλλά ήσσονος σημασίας.

Αναφορικά όμως με τα προβλήματα εφαρμογής του επαγγέλματος, ένα από τα πιο ουσιαστικά είναι η παρεξηγημένη εικόνα που έχει διαμορφωθεί, όχι μόνο στο κοινό, αλλά και στα στελέχη επιχειρήσεων και οργανισμών, στους επιχειρηματίες και σε άλλους παράγοντες, για τις Δημόσιες Σχέσεις.

Αποτέλεσμα της άγνοιας για το τι είναι στην πραγματικότητα οι Δημόσιες Σχέσεις, τι πρέπει να περιμένει κάποιος απ’ αυτές και πώς πρέπει να επιλέγει τους σωστούς επαγγελματίες των Δημοσίων Σχέσεων, είναι η σημερινή μη ικανοποιητική εικόνα που έχουν οι περισσότεροι για τις Δημόσιες Σχέσεις, καθώς και οι κακές εφαρμογές που δυστυχώς τις συναντούμε όχι σπάνια.

Από τους ορισμούς των Δημοσίων Σχέσεων που υπάρχουν στην αρχή αυτού του βιβλίου, έως τους Κώδικες Ηθικής και Δεοντολογίας που βρίσκονται στο τέλος του, υπάρχουν πολλά κείμενα που εξυπηρετούν και εκείνον ο οποίος θέλει να το χρησιμοποιήσει ως ακαδημαϊκό έργο (για μάθηση ή διδασκαλία), αλλά και εκείνον ο οποίος θέλει να το χρησιμοποιήσει ως επαγγελματικό εργαλείο. Ειδικά, ανάμεσα στους πολλούς ορισμούς για τις Δημόσιες Σχέσεις που περιλαμβάνονται, είναι και εκείνος της Ελληνικής Εταιρείας Δημοσίων Σχέσεων (ΕΕΔΣ), που διαχωρίζει τον θεσμό από το επάγγελμα, τον οποίο σύνταξε ο υπογράφων πριν από 25 περίπου χρόνια, και στη συνέχεια τον ενσωμάτωσε στο νέο τότε καταστατικό της ΕΕΔΣ.

Ας δούμε τώρα ποιος είναι ο ρόλος τον οποίο διαδραματίζουν σήμερα –ύστερα από μισό περίπου αιώνα εφαρμογής τους– οι Δημόσιες Σχέσεις στην Ελλάδα, στις αρχές μάλιστα του 21ου αιώνα. Μια επίκαιρη ερώτηση που συχνά ακούγεται, αλλά δεν έτυχε να διαβάσω απαντήσεις που να βασίζονται σε τεκμηριωμένα στοιχεία. Στο βιβλίο που κρατάτε στα χέρια σας, ευτυχώς, θα βρείτε αρκετά τεκμηριωμένα στοιχεία έρευνας και άλλα, τα οποία συνιστούν, επιτέλους, απαντήσεις στην παραπάνω ερώτηση. Όμως, ακόμη και σήμερα, αρκετοί που δίνουν απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα –ανάμεσά τους και ορισμένοι που ισχυρίζονται ότι «ασκούν» το επάγγελμα των Δημοσίων Σχέσεων– δε γνωρίζουν όχι μόνο τη σημασία τους, αλλά ακόμη και τι είναι.

Γιατί ο ρόλος τους είναι πράγματι σημαντικός, αφού με τις Δημόσιες Σχέσεις μπορούμε σήμερα να πετύχουμε θεαματικά αποτελέσματα στο χώρο των σχέσεων, της δημιουργίας «εικόνας» και της τροποποίησης –μέσω αυτής– της συμπεριφοράς των ατόμων, των ομάδων του κοινού και της κοινής γνώμης γενικότερα.

Έτσι, με το θεσμό των Δημοσίων Σχέσεων στοχεύουμε στη δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης και αλληλοκατανόησης ανάμεσα σε μια οργανωμένη ομάδα ή άτομα και στο κοινό τους, για να πετύχουμε την ανάπτυξη της επικοινωνίας και των σχέσεών τους σε βάση αμοιβαίου συμφέροντος.

Από την άλλη πλευρά πάλι, με την άσκηση του επαγγέλματος των Δημοσίων Σχέσεων –που είναι λειτουργία αμφίδρομης επικοινωνίας– αποσκοπούμε με στρατηγικό σχεδιασμό, κατάρτιση και εφαρμογή προγραμμάτων Δημοσίων Σχέσεων στη δημιουργία ή ανάπτυξη ή διατήρηση σωστής «εικόνας» για τις οργανώσεις ή στα άτομα ή στην Κοινή Γνώμη ή σε ομάδες του κοινού με αντικειμενική πληροφόρηση και ελεύθερο διάλογο.

Πιστεύω μάλιστα ότι πρέπει να υπάρχει αυτή η διάκριση ανάμεσα στο θεσμό και στο επάγγελμα των Δημοσίων Σχέσεων. Μας βοηθά να περνάμε από το χώρο του ιδεατού σ’ εκείνον της πρακτικής εφαρμογής.

Προς τούτοις, θεωρώ ότι είναι επιτακτική η ανάγκη εξειδίκευσηςστην παροχή υπηρεσιών Δημοσίων Σχέσεων, ιδιαίτερα στους τομείς του στρατηγικού σχεδιασμού και προγραμματισμού (έρευνα, κατάρτιση, εφαρμογή και αξιολόγηση στρατηγικών προγραμμάτων Δημοσίων Σχέσεων). Έτσι, θα μπορέσουμε να πετύχουμε τον καταληκτικό στόχο των Δημοσίων Σχέσεων, που είναι η τροποποίηση της συμπεριφοράς των ατόμων και των ομάδων του κοινού και γενικότερα της διαμόρφωσης κοινής γνώμης για μια επιχείρηση ή έναν οργανισμό ή ένα άτομο. Αυτή η τροποποίηση θα καταστεί πραγματικότητα αξιοποιώντας στο μέγιστο βαθμό τα Μέσα μαζικής επικοινωνίας (ΜΜΕ – στα οποία περιλαμβάνεται και το Διαδίκτυο), πράγμα που πετυχαίνουμε με ένα πρόγραμμα ανάπτυξης σχέσεων μ’ αυτά. Παράλληλα, η ειδίκευση σε τομείς υπηρεσιών, που σήμερα έχουν ανάγκη οι επιχειρήσεις, όπως είναι η ικανότητα διαχείρισης επικοινωνιακής κρίσης, οι οικονομικές Δημόσιες Σχέσεις, η δημοσιότητα και γενικότερα η ανάπτυξη της εταιρικής επικοινωνίας της επιχείρησης με το κοινό, είναι σημαντικά εργαλεία επιτυχίας.

Στις Σχολές και στα Σεμινάρια που δίδασκα, δεν έπαψα να επαναλαμβάνω ότι «οι Δημόσιες Σχέσεις είναι κατά 70-80% Προγραμματισμός και Στρατηγική και κατά 20-30% όλα τα άλλα». Με την έννοια λοιπόν αυτή ο στρατηγικός σχεδιασμός και ο προγραμματισμός είναι τα δυναμικά μέσα με τα οποία θα ικανοποιήσουμε τις πολυδιάστατες απαιτήσεις των επιχειρήσεων.

Για πολλά χρόνια η δραστηριότητα των περισσότερων εταιρειών παροχής υπηρεσιών Δημοσίων Σχέσεων στην Ελλάδα ήταν συνυφασμένη με τις σχέσεις με τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας (ΜΜΕ). Υπήρχαν βέβαια (από τη δεκαετία του ‘70) και εταιρείες οι οποίες πρέσβευαν –και το έκαναν πράξη– τη ρήση «Δημόσιες Σχέσεις είναι κατά 70-80% προγραμματισμός και στρατηγική και κατά 20-30% όλα τα άλλα». Σήμερα, ευτυχώς, οι περισσότερες απ’ αυτές τις εταιρείες έχουν αποδεχτεί αυτή τη ρήση. Ήδη, από το 1995 και μετά η ελληνική αγορά παρουσιάζει ένα αυξανόμενο ενδιαφέρον για τους τομείς (που ανέφερα και πιο πάνω) της Επικοινωνιακής Διαχείρισης Κρίσης (Crisis Communication Management), της Εταιρικής Επικοινωνίας (Corporate Communication), των Οικονομικών Δημοσίων Σχέσεων (Financial Public Relations) και πρόσφατα της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης και της Εταιρικής Διακυβέρνησης. Παράλληλα εξακολουθεί να διατηρείται έντονο το ενδιαφέρον της αγοράς στον τομέα των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας (δημοσιότητα), ενώ δεν παρουσιάζουν ιδιαίτερη ανάπτυξη οι τομείς «Δημόσιες Σχέσεις Καταναλωτή» και «Εσωτερικές Δημόσιες Σχέσεις».

Αυτή είναι πια η νέα πραγματικότητα στην οποία έχουν προσαρμοστεί οι περισσότερες εταιρείες Δημοσίων Σχέσεων. Οι λόγοι όμως που δημιούργησαν τη νέα αυτή πραγματικότητα πιστεύω πως είναι από τη μια πλευρά η αύξηση της ωριμότητας στην αγορά της Επικοινωνίας και των Δημοσίων Σχέσεων και από την άλλη η κάλυψη των αναγκών που παρουσιάστηκαν τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα με την παγκοσμιοποίηση της πληροφορίας και της οικονομίας.

 Όμως η ανάπτυξη του επαγγέλματος των Δημοσίων Σχέσεων προχωρεί και η αγορά διευρύνεται. Αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε πως με το να οργανώνουμε κάποιες τελέσεις Δημοσίων Σχέσεων ή να συντάσσουμε ένα δελτίο Τύπου ή να οργανώνουμε κάποια συνάντηση Τύπου, δε σημαίνει πως είμαστε ολοκληρωμένοι επαγγελματίες των Δημοσίων Σχέσεων.

Γιατί, επαναλαμβάνω, δεν είναι αυτά Δημόσιες Σχέσεις. Είναι μέσα που τα χρησιμοποιούν οι Δημόσιες Σχέσεις για να πετύχουν το σκοπό τους. Και δυστυχώς οι ολοκληρωμένοι επαγγελματίες των Δημοσίων Σχέσεων που είναι σε θέση να ασχοληθούν σωστά με στρατηγικό σχεδιασμό μακροχρόνιων προγραμμάτων Δημοσίων Σχέσεων σπανίζουν ακόμη στη χώρα μας. Όμως οι οιωνοί είναι καλοί. Νέοι σωστοί επαγγελματίες αρχίζουν σιγά-σιγά να καλύπτουν τα κενά, με έντονο ρυθμό ανάπτυξης.

Αξίζει τον κόπο να αναφερθώ συνοπτικά για το στρατηγικό σχεδιασμό του προγραμματισμού Δημοσίων Σχέσεων (Σχεδιασμός, Κατάρτιση, Εφαρμογή και Αξιολόγηση Στρατηγικού Προγράμματος), επειδή τον θεωρώ το σημαντικότερο παράγοντα επιτυχίας των προγραμμάτων Δημοσίων Σχέσεων. Διδάσκοντας (εδώ και 35 χρόνια) Επικοινωνία και Δημόσιες Σχέσεις σε Σχολές και σεμινάρια οργανισμών και επιχειρήσεων (ΕΛΚΕΠΑ, ΕΕΔΕ, ΑΝΤΕΝΝΑ, ΕΕΔΣ, ΕΟΤ, ΙΒΜ, ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗ ΑΚΑΔΗΜΙΑ, ΣΧΟΛΗ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΩΝ Π.Σ. κ.ά.) αναφέρομαι στη στρατηγική, και ιδιαίτερα στη στρατηγική Δημοσίων Σχέσεων, έχω εισαγάγει ένα νέο ορισμό της στρατηγικής ο οποίος προκύπτει από την κύρια επιδίωξη της στρατηγικής και από την τριαδική διάστασή της (επιμέρους επιδιώξεις) σύμφωνα με τον οποίο:

«Οι επιδιώξεις στη στρατηγική αποτελούν τα σημαντικότερα στοιχεία τα οποία σηματοδοτούν τη διαφορά ανάμεσα στο στρατηγικό σχεδιασμό-προγραμματισμό και στον απλό σχεδιασμό-προγραμματισμό.

Τι επιδιώκουμε με τη Στρατηγική (κύρια επιδίωξη)

Με τη στρατηγική επιδιώκουμε τη μεγιστοποίηση του αποτελέσματος με την ταυτόχρονη ελαχιστοποίηση του κινδύνου (με την έννοια της κυβερνητικής), όπως οι απώλειες, το κόστος κ.ά.

Η τριαδική διάσταση της στρατηγικής (επιμέρους επιδιώξεις)

Η κύρια επιδίωξη, η οποία αναφέρεται στην προηγούμενη παράγραφο, επιτυγχάνεται με επιμέρους επιδιώξεις. Οι κυριότερες απ’ αυτές είναι τρεις, οι οποίες συγκλίνουν στην επίτευξη της κύριας επιδίωξης και αποτελούν την τριαδική διάσταση των επιδιώξεων της στρατηγικής:

α)  Με την πρώτη επιδιώκουμε να καταστήσουμε τα πλεονεκτήματα του αντιπάλου ή ανταγωνιστή μειονεκτήματα.

β)  Με τη δεύτερη προσπαθούμε να εντοπίσουμε το αδύνατο ή τα αδύνατα σημεία του αντιπάλου ή ανταγωνιστή και να τα εκμεταλλευθούμε επιθετικά.

γ)  Με την τρίτη εντοπίζουμε τις υπάρχουσες ευκαιρίες και τις αξιοποιούμε ή, αν δεν υπάρχουν, τις δημιουργούμε.

 

Για την πληρέστερη κατανόηση αυτών των επιδιώξεων, που αναφέρθηκαν στις προηγούμενες παραγράφους, χρησιμοποιούσα μερικά παραδείγματα από την αρχαία ελληνική ιστορία, όπως:

α)  Για την πρώτη περίπτωση (να καταστήσουμε δηλαδή τα πλεονεκτήματα του αντιπάλου ή ανταγωνιστή μειονεκτήματα), το παράδειγμα της Ναυμαχίας της Σαλαμίνας, με το στρατηγικό σχεδιασμό του Θεμιστοκλή (που θεωρείται και σήμερα ένας από τους μεγαλύτερους στρατηγούς της ιστορίας, ο οποίος εφάρμοσε τον αποφασιστικότερο στρατηγικό σχεδιασμό της ελληνικής ιστορίας και όχι μόνο).

β)  Για τη δεύτερη περίπτωση (να εντοπίσουμε δηλαδή το αδύνατο ή τα αδύνατα σημεία του αντιπάλου ή ανταγωνιστή και να τα εκμεταλλευθούμε επιθετικά), το παράδειγμα του αδύνατου σημείου του Αχιλλέα (το γνωστό ως Αχίλλειος πτέρνα).

γ)  Για την τρίτη περίπτωση (εντοπίζουμε τις υπάρχουσες ευκαιρίες και τις αξιοποιούμε ή, αν δεν υπάρχουν, τις δημιουργούμε), το παράδειγμα του πολυμήχανου Οδυσσέα ο οποίος με το στρατηγικό σχεδιασμό του Δούρειου Ίππου κατάφερε την άλωση της Τροίας, που πολεμικές επιχειρήσεις πολλών χρόνων δεν μπόρεσαν να πετύχουν».

Για όλα τα παραπάνω θα βρείτε αναλυτικές περιγραφές στο κεφάλαιο για τη Στρατηγική, στο βιβλίο που τώρα διαβάζετε, στις οποίες αναφέρεται ο συγγραφέας του, από σημειώσεις μου των σεμιναρίων στα οποία έχω διδάξει.

Τελικά, μπορούμε να υποστηρίξουμε με βεβαιότητα ότι οι Δημόσιες Σχέσεις, ιδιαίτερα με το στρατηγικό προγραμματισμό, μπορούν να τροποποιήσουν σε σημαντικό βαθμό τη συμπεριφορά του κοινού απέναντι στις οργανώσεις ή στα άτομα, αρκεί το πρόγραμμα που θα καταρτιστεί και θα εφαρμοστεί να γίνει από σωστό επαγγελματία. Για όλα τα παραπάνω θα βρείτε, στο βιβλίο που τώρα έχετε στα χέρια σας, πολλές θεωρητικές τοποθετήσεις, αναλύσεις, επαγγελματικές εφαρμογές και νέα στοιχεία, τα οποία πιστεύω ότι θα σας βοηθήσουν στην επαγγελματική σας καριέρα. Καλή ανάγνωση.

 Ι. Μ. ΛαβέτζηςΒούλα Αττικής, Αύγουστος 2008

—————————————————————————————————————————————-

Άρθρο του Γιάννη Λαβέτζη .

Η ΤΡΙΑΔΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ

Οι Δημόσιες Σχέσεις ως επιστήμη

Γεννημένες από μια επείγουσα πρακτική ανάγκη, οι Δημόσιες Σχέσεις αποτέλεσαν αρχικά μια πρακτική συμπεριφορά, μια προγραμματισμένη και σκόπιμη πολιτική. Σιγά – σιγά εξελίχθηκαν σε μια βαθύτερη αντίληψη και νοοτροπία, καθώς το νόημά τους άρχισε να συνειδητοποιείται από τους φορείς τους. Παράλληλα με την ανάπτυξη του “ενστερνισμού” αυτού του βαθύτερου νοήματός τους, οι Δημόσιες Σχέσεις αναπτύχθηκαν και σαν συστηματοποιημένο σύνολο γνώσεων, σχετικών ιδίως με την εργατική ψυχολογία και την ψυχολογία των μαζών. Έτσι σήμερα πολλές Ανώτατες Σχολές στις Η.Π.Α. και στην Ευρώπη και αναρίθμητες άλλες σχολές σ’ όλο τον κόσμο διδάσκουν τις Δημόσιες Σχέσεις σαν ένα αυτόνομο σύστημα γνώσεων.
Όμως οι Δημόσιες Σχέσεις δεν είναι ούτε “καθαρή” επιστήμη, ούτε αυτόνομη. Είναι μια σύνθετη επιστήμη, που παράλληλα με τη δική της έρευνα, δανείζεται γνώσεις από άλλες καθαρές επιστήμες. Κυρίως την κοινωνιολογία και την ψυχολογία (ουσιαστικά με την Κοινωνική Ψυχολογία). Είναι μάλιστα πολύ μεγάλη η σχέση των Δημοσίων Σχέσεων με την Κοινωνική Ψυχολογία.

Οι Δημόσιες Σχέσεις ως τεχνική

Αλλά κυρίως οι Δημόσιες Σχέσεις είναι μια εφαρμογή εμπειρικών και θεωρητικών γνώσεων. Είναι μια τεχνική που προϋποθέτει τη γνώση των κοινωνικών επιστημών, όπως προαναφέρθηκαν, αλλά κυρίως να γνωρίζει άριστα τη θεωρία και την πρακτική του προγραμματισμού και της στρατηγικής, αφού είναι γνωστό το αξίωμα ότι «οι Δημόσιες Σχέσεις είναι κατά ποσοστό 70% Προγραμματισμός και Στρατηγική και κατά 30% όλα τ΄ άλλα».
Πέρα όμως από αυτή τη βασική προϋπόθεση απαιτείται και η θεωρητική και εμπειρική γνώση μιας πρακτικής διαδικασίας, η γνώση δηλαδή μιας ορισμένης τεχνικής. Η τεχνική αυτή αναλύεται βασικά στη γνώση της ανθρώπινης ψυχολογίας και των κινήτρων της και στην ικανότητα ερεθισμού και κινητοποίησης της ψυχολογίας αυτής, σύμφωνα με τους στόχους που θέτουν οι Δημόσιες Σχέσεις να κατακτήσουν.

Οι Δημόσιες Σχέσεις ως τέχνη

Τέχνη να αποκαθιστάς γέφυρες επικοινωνίας, τέχνη να πληροφορείς και να επεξηγείς, τέχνη να δημιουργείς φιλίες και συμπάθειες, τέχνη να συμβιβάζεις τις αντιθέσεις, να δημιουργείς συνεργασία και σύνθεση, να δημιουργείς ενθουσιασμό. Η τέχνη αυτή της σύνθεσης, της συνεργασίας, της δημιουργίας κλίματος αμοιβαίας εμπιστοσύνης, κατανόησης και συμπάθειας, η τέχνη του εξανθρωπισμού των σχέσεων, μέσα σε μια κοινωνία γεμάτη αντιθέσεις και δυσπιστίες, προϋποθέτει, ως ένα σημείο, ένα είδος ταλέντου που κι αυτό πηγάζει από τη βαθιά πίστη των Δημοσίων Σχέσεων στον Άνθρωπο και στις αξίες του. Προϋποθέτει δηλαδή ένα είδος ουμανισμού ή ακόμα και ιδεαλισμού.

Ι. Μ. Λαβέτζης
Ιεράπετρα, 15 Αυγούστου 2012 .

Σχολιάστε